Site icon Loveyou

Aύξηση του εθνικού στόχου για τα φωτοβολταϊκά έως το 2020, προτείνει ο ΣΕΦ

Την αύξηση του εθνικού στόχου για τα φωτοβολταϊκά έως το 2020, από τα 2.200 Μεγαβάτ που προβλέπει η σχετική απόφαση (20-20-20) στα 5.500 Μεγαβάτ, προτείνει, μαζί με την (κατά δύο εξάμηνα) ταχύτερη αποκλιμάκωση στις ταρίφες των φωτοβολταϊκών και άλλες τροποποιήσεις του υφιστάμενου καθεστώτος , ο Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) με επιστολή που απέστειλε προς τον Υπουργό ΠΕΚΑ κ. Παπακωνσταντίνου.

Ο ΣΕΦ έσπευσε να αποστείλει κάποιες πρώτες σκέψεις, πριν την συνάντηση που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή στο υπουργείο με τη συμμετοχή φορέων των ΑΠΕ και θεσμικών παραγόντων. Σε γενικές γραμμές ο Σύνδεσμος επιχειρηματολογεί για το γεγονός ότι το έλλειμμα που εμφανίζει ο ΔΕΣΜΗΕ δεν δημιουργείται λόγω των ΑΠΕ αλλά εξαιτίας στρεβλώσεων στην αγορά ηλεκτρισμού. «Το σημερινό σύστημα υπολογισμού του Τέλους ΑΠΕ είναι στρεβλό και άδικο για τους καταναλωτές. Αποκρύπτει τα πραγματικά κόστη της ηλεκτροπαραγωγής, ευνοεί τις συμβατικές ρυπογόνες μονάδες, αποφέρει κέρδη στους προμηθευτές σε βάρος των καταναλωτών, και συκοφαντεί, εν τέλει, χωρίς λόγο τις ΑΠΕ και ειδικότερα τα φωτοβολταϊκά» αναφέρεται στην επιστολή.

Αντίθετα, σύμφωνα με το Σύνδεσμο, η επίτευξη της πρώτης φάσης του στόχου για τις ΑΠΕ ως το 2014, συνεπάγεται, πέραν του περιβαλλοντικού οφέλους και της βελτίωσης ασφάλειας της ενεργειακής τροφοδοσίας, τη δημιουργία 12.450 θέσεων πλήρους απασχόλησης στις ΑΠΕ και, συνυπολογίζοντας και τις έμμεσες θέσεις εργασίας σε ευρύτερους τομείς της οικονομίας, συνολικά 26.235 θέσεων εργασίας, σε μια περίοδο πρωτοφανούς οικονομικής ύφεσης. Τη μερίδα του λέοντος στις νέες αυτές θέσεις εργασίας προσφέρουν σήμερα τα φωτοβολταϊκά, αφού στον κύκλο παραγωγής, εμπορίας, εγκατάστασης και συντήρησής τους δραστηριοποιείται ήδη πλήθος επιχειρήσεων.

Ο ΣΕΦ επίσης, αναφέρει υπολογισμούς, σύμφωνα με τους οποίους για κάθε ευρώ που επενδύουμε στα φωτοβολταϊκά, η κοινωνία παίρνει πίσω τουλάχιστον 1,15 ευρώ, έχοντας οφέλη από αποφυγή δημιουργίας νέων συμβατικών υποδομών, από αποφυγή κόστους ρύπανσης, από δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, κ.λπ. «Όσο περισσότερα λοιπόν επενδύουμε στα φωτοβολταϊκά, τόσο καλύτερα για την ενεργειακή ασφάλεια και την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας» λέει η επιστολή και για αυτό το λόγο, ο ΣΕΦ εμμένει στο αίτημά του να αυξηθεί ο εθνικός στόχος για τα φωτοβολταϊκά έως το 2020. Όπως αναφέρει ο Σύνδεσμος «Ήδη μια πρόσφατη υπερσυντηρητική μελέτη της ΔΕΗ έχει δείξει ότι τα υφιστάμενα δίκτυα επαρκούν για την άμεση σύνδεση 5.500 MW φωτοβολταϊκών, διαψεύδοντας όσους ισχυρίζονται ότι για την παραγωγή σημαντικών ποσοτήτων ηλιακής ενέργειας απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές δικτύων. Μαζί, λοιπόν με τα 10.000 MW του προγράμματος ΗΛΙΟΣ, η εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών στην ηλιόλουστη χώρα μας μπορεί να ξεπεράσει το 2020 τα 15.000 MW, όση δηλαδή ήταν στη Γερμανία ένα χρόνο πριν!»

Ο ΣΕΦ θέτει θέμα αναθεώρησης στις ταρίφες των φωτοβολταϊκών όχι επειδή έτσι θα καλυφθεί το έλλειμμα του ΔΕΣΜΗΕ, αλλά για έναν μόνον λόγο: ότι έχει φθηνύνει το κόστος παραγωγής και εγκατάστασης φωτοβολταϊκών, μια τάση που αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια.

Σύμφωνα με το Σύνδεσμο, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες δανεισμού στην Ελλάδα (περιορισμένη ρευστότητα των τραπεζών, υψηλότερα επιτόκια και μικρότερη διάρκεια δανεισμού), την υψηλή φορολογία, τα επενδυτικά ρίσκα και τους μεγάλους και συχνά απρόβλεπτους χρόνους ωρίμανσης των έργων, αντιλαμβάνεται εύκολα κάθε καλοπροαίρετος συνομιλητής, ότι η οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με την αναπροσαρμογή των εγγυημένων τιμών των φωτοβολταϊκών θα πρέπει να γίνει χωρίς σπουδή, αλλά με περίσσεια προσοχή, ώστε να μη θιγεί μια ακμάζουσα αγορά που δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Η χρηματοπιστωτική στενότητα είναι άλλωστε και ο σημαντικότερος λόγος που η Ελλάδα έχει, και θα αποφύγει και στο μέλλον, μια υπερθέρμανση της αγοράς φωτοβολταϊκών, όπως συνέβη σε άλλες χώρες, και όχι μια δραστική μείωση της ταρίφας.

Ο ΣΕΦ πιστεύει ότι, οι όποιες ρυθμίσεις θα πρέπει να διασφαλίζουν δύο πράγματα: Τη βιωσιμότητα της αγοράς και των επενδύσεων και τη λελογισμένη επιβάρυνση των καταναλωτών. «Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να ανασχεδιαστεί άρδην ο τρόπος υπολογισμού του τέλους ΑΠΕ και να προστατευθεί η φιλοσοφία και “αρχιτεκτονική” του ισχύοντος δηλαδή νόμου, που προβλέπει εξαμηνιαία μείωση των εγγυημένων τιμών για τους νεοεισερχόμενους στα φωτοβολταϊκά. Σε κάθε περίπτωση επίσης, δεν συζητάμε για αναδρομικές μειώσεις των εγγυημένων τιμών ή άλλου είδους ανορθόδοξες παρεμβάσεις σε υφιστάμενα έργα» αναφέρει η επιστολή.

Ειδικότερα, αναφορικά με το θέμα της προσαρμογής των εγγυημένων τιμών, ο ΣΕΦ προτείνει τα εξής:

1. Τη μετάθεση του ορίου των 100 kWp στα 500 kWp ώστε οι κατηγορίες εγγυημένων τιμών να αντιστοιχίζονται ορθότερα προς τις κατηγορίες κόστους των συστημάτων. Σήμερα τα συστήματα ισχύος ελαφρά μεγαλύτερης των 100 kWp εξασφαλίζουν χαμηλότερη ταρίφα, ενώ αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος υλοποίησης σε σχέση με αυτά των 100 kWp.

2. Την αντικατάσταση της διαγωνιστικής διαδικασίας για τα έργα πάνω από 10 MWp με μια ταρίφα μικρότερη κατά περίπου 30% από αυτήν που ισχύσει για τα μικρότερα έργα, η οποία θα αντικατοπτρίζει τους ευμενέστερους όρους αδειοδότησης, χρηματοδότησης, αλλά και τις οικονομίες κλίμακας που εξασφαλίζουν τα εξαιρετικά μεγάλα έργα.

3. Το σύστημα της εξαμηνιαίας απομείωσης (κάθε Φεβρουάριο και Αύγουστο) να ισχύσει και για τα οικιακά και μικρά εμπορικά συστήματα επί στεγών, ακολουθώντας τα ίδια ποσοστά απομείωσης (της τάξης του 10% ετησίως) με τις υπόλοιπες επενδύσεις. Με τις αλλαγές αυτές ο πίνακας εγγυημένων τιμών θα έχει βασικά την ίδια μορφή με αυτήν που προβλέπεται από τον Ν.3851/2010, όπου θα προβλέπονται οι εξής οι κατηγορίες συστημάτων:

Α. Οικιακά και μικρά εμπορικά συστήματα επί στεγών έως 10 kWp

Β. Φωτοβολταϊκά συστήματα ισχύος έως 500 kWp στο διασυνδεδεμένο δίκτυο

Γ. Φωτοβολταϊκά συστήματα ισχύος από 500 kWp έως 10 MWp στο διασυνδεδεμένο δίκτυο

Δ. Φωτοβολταϊκά συστήματα ισχύος μεγαλύτερης των 10 MWp στο διασυνδεδεμένο δίκτυο

Ε. Φωτοβολταϊκά συστήματα στο μη διασυνδεδεμένο δίκτυο και ταυτόχρονες εξαμηνιαίες μειώσεις της τάξης του 5%, για όλες τις κατηγορίες συστημάτων

Στη συνέχεια ο ΣΕΦ έρχεται στην κρίσιμη πρόταση που έχει δημιουργήσει σφοδρές αντιδράσεις στο εσωτερικό του και έχει συγκεντρώσει την μήνιν των άλλων Συνδέσμων του φωτοβολταϊκού χώρου (ΠΑΣΥΦ, ΣΠΕΦ), προτείνει δηλαδή την πρωθύστερη εφαρμογή κατά δυο εξάμηνα (ένα στα μη διασυνδεδεμένα νησιά) των τιμών feed in tariffs που προβλέπονται από την υφιστάμενη νομοθεσία.

Στην επιστολή του ΣΕΦ αναφέρονται τα εξής: «Συνυπολογίζοντας την εξέλιξη του κόστους των φωτοβολταϊκών τα επόμενα χρόνια, αλλά και τους δυσμενείς όρους δανεισμού και την υψηλή φορολογία, που δεν φαίνεται ότι θα βελτιωθούν στο άμεσο μέλλον, για να επιτευχθούν σε φωτοβολταϊκά πάρκα αποδόσεις της τάξης του 15% επί των ιδίων κεφαλαίων (ή αντίστοιχα της τάξης του 11% επί της επένδυσης), η τυχόν μείωση των εγγυημένων τιμών για το 2012 θα πρέπει να είναι λελογισμένη (για παράδειγμα, δεν θα πρέπει οι τιμές που θα ισχύσουν το 2012 να είναι μικρότερες απ’ αυτές που θα ίσχυαν με βάση τον Ν.3851/2010 για το 2013). Σημειώνουμε εδώ ότι στις άλλες τεχνολογίες ΑΠΕ οι συνήθεις αποδόσεις είναι της τάξης του 20-30% επί των ιδίων κεφαλαίων. Η προσαρμογή αυτή θα πρέπει να είναι μικρότερη για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά (π.χ. κατά 5%), ώστε να αντιμετωπιστεί το αυξημένο κόστος εγκατάστασης και συντήρησης.

Με την εφαρμογή της πρότασης αυτής δεν απαιτείται επανυπολογισμός ταριφών, αλλά η προσαρμογή υλοποιείται με την πρωθύστερη εφαρμογή κατά δυο εξάμηνα (ένα στα μη διασυνδεδεμένα νησιά) των τιμών που προβλέπονται από την υφιστάμενη νομοθεσία. Αυτονόητο είναι πως η διαφοροποίηση των παραδοχών που αφορούν τα επιτόκια δανεισμού, τη φορολογία και το κόστος υλοποίησης και συντήρησης των συστημάτων, μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικό αλλά ίδιας φιλοσοφίας αποτέλεσμα, δηλαδή πρωθύστερη εφαρμογή κατά διαφορετικό αριθμό εξαμήνων.

Ο ΣΕΦ προτείνει οι νέες τιμές να εφαρμοστούν από την 1 Φεβρουαρίου 2012, δηλαδή να δοθεί η δυνατότητα σε έργα που ολοκληρώνουν την αδειοδοτική τους διαδικασία να κλειδώσουν την τρέχουσα ταρίφα. Επίσης έργα που θα έχουν κλειδώσει ταρίφα (υποβολή πλήρους φακέλου στο ΔΕΣΜΗΕ) έως τις 31 Ιανουαρίου 2012, προκειμένου να απολάβουν την ταρίφα που έχουν κατοχυρώσει και όχι την τρέχουσα, θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο ως τις 31/12/2012 (ή και νωρίτερα, όταν κατά περίπτωση λήγει το 18μηνο για το οποίο ισχύει η ταρίφα που υπέγραψαν, σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία). Με τον τρόπο αυτό, μεταξύ των άλλων, θα καταστεί δυνατό να εκκαθαριστεί ένας μεγάλος αριθμός έργων, άγνωστης βιωσιμότητας, των οποίων η ανάπτυξη ολοκληρώθηκε πρόσφατα, έχοντας ξεκινήσει πριν από 4 και πλέον έτη.

πηγή: www.energypress.gr

Exit mobile version