Οι ανταγωνιστικές σχέσεις σε μία οικογένεια δεν είναι καθόλου σπάνιο φαινόμενο: είναι μάλλον τόσο εξαιρετικά συχνό που τους ταιριάζει το επίθετο «φυσιολογικές». Μπορεί να ανταγωνίζονται οι γονείς μεταξύ τους για την αγάπη των παιδιών, μπορεί να υπάρχουν ανταγωνιστικές σχέσεις ανάμεσα στη μαμά και την κόρη για την αγάπη του μπαμπά ή ανάμεσα στον μπαμπά και το γιο για την αγάπη της μαμάς και αρκετές άλλες περιπτώσεις.
Σύμφωνα με την Dr. Mandy Byron, κλινική ψυχολόγο στο Great Ormond Street Hospital, το να ζηλεύει η γυναίκα τον δεσμό μεταξύ του παιδιού και του συντρόφου της ή ο άντρας τη σχέση της γυναίκας του με τα παιδιά είναι πολύ πιο κοινό φαινόμενο απ’ ότι πιστεύεται. Κι όμως, η ζήλεια μεταξύ των γονιών θεωρείται ταμπού γιατί πηγαίνει ενάντια σε όσα πιστεύουμε ότι πρέπει να νιώθουμε.
«Οι άνθρωποι ντρέπονται αν νιώθουν παρόμοια συναισθήματα και τείνουν να τα κρύψουν. Όμως, τότε είναι που αυτά μπορεί να γίνουν επικίνδυνα», λέει η Byron και συνεχίζει: «Η κατάσταση κρύβει έναν διπλό κίνδυνο: πρώτα, την ενστικτώδη κι ανεξέλεγκτη ζήλεια κι έπειτα την ενοχή που κατασπαράζει τα σωθικά».
Από πού προκύπτουν οι ανταγωνιστικές σχέσεις στην οικογένεια
Οι ανταγωνιστικές σχέσεις και η ζήλεια προς τον σύντροφό σου ή το παιδί σου έχει τις ρίζες του στην παιδική σου ηλικία. «Όταν γεννιέται το πρώτο παιδί, προκύπτει ένας εν δυνάμει ισχυρός ανταγωνισμός», λέει ο ψυχοθεραπευτής γάμου Brett Kahr. «Το ζευγάρι γίνεται τρίγωνο κι ένας από τους δύο γονείς αισθάνεται πιο παραγκωνισμένος (συνήθως ο πατέρας)».
Πολλές γυναίκες περιγράφουν τη σωματική και συναισθηματική εμπειρία της μητρότητας σαν να ερωτεύονται ξανά, κάτι που αποτελεί μια φυσιολογική και κοινή φάση, λέει ο Kahr.
Ωστόσο, η εμπειρία της μητρότητας ή πατρότητας ρίχνει φως στα προσωπικά βιώματα ως παιδί, σηματοδοτώντας την επιστροφή της γονικής κληρονομιάς. «Τα προβλήματα προκύπτουν αν ένας ή και οι δύο γονείς νιώθουν συναισθηματικά στερημένοι ή αποξενωμένοι από τους δικούς τους γονείς», εξηγεί.
Συμμαχίες που αλλάζουν
Ο καθηγητής Eric Lindsey του Penn State University, ο οποίος εκπόνησε μια τριετή μελέτη σχετικά με τις ανταγωνιστικές σχέσεις και τη ζήλεια στην οικογένεια, ανακάλυψε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο. «Κατά την παιδική ηλικία, τα περισσότερα παιδιά είναι κυρίως προσκολλημένα στη μητέρα τους γεγονός που κάνει συνήθως τους πατεράδες να ζηλεύουν», λέει. «Ωστόσο, γύρω στην ηλικία των τριών ετών, αρχίζει να εκδηλώνεται η προτίμηση στον μπαμπά».
Σε αυτό το στάδιο, πολλές γυναίκες αρχίζουν να υποφέρουν από τα πρώτα συμπτώματα φθόνου, καθώς αραιώνουν οι ισχυροί δεσμοί της βρεφικής ηλικίας. Για ορισμένες μάλιστα, η απώλεια της στενής σχέσης αντιπροσωπεύει ένα γεγονός που τις καταβάλλει.
Οιδιπόδειο σύμπλεγμα
Σύμφωνα με τον Kahr, στην ηλικία των 3-6 ετών εμφανίζεται η πιο δύσκολη αναπτυξιακή φάση, αφού «τα παιδιά βρίσκονται στο ζενίθ αυτού που ο Φρόυντ ονομάζει “Οιδιπόδεια φάση ανάπτυξης”. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας αρχίζουν να αναγνωρίζουν και να δοκιμάζουν αυτή που θα γίνει η σεξουαλική τους δύναμη. Τα κορίτσια συνειδητοποιούν ότι μπορούν να ασκήσουν δύναμη στον πατέρα τους και γι’ αυτό παίζουν με το να αποκλείουν τη μητέρα τους. Στα αγόρια, από την άλλη, οι ανταγωνιστικές σχέσεις επικεντρώνονται στον πατέρα», λέει.
Πολλές κόρες τους επιστρέφουν στη μητέρα τους στις αρχές της εφηβείας, επειδή αντιπροσωπεύουν ένα καταφύγιο από τη δύσκολη και ανεξερεύνητη παρουσία του αντίθετου φύλου. «Στο μεταξύ, στην αρχή της εφηβείας, τα αγόρια αισθάνονται ότι η στενή σχέση με τη μητέρα τους τούς έχει στερήσει τον ανδρισμό, κι έτσι καταφεύγουν στον πατέρα τους», εξηγεί ο Kahr.
Καθώς αυτές οι συμμαχίες έρχονται και φεύγουν, «η αντίδρασή σου και η ένταση της ζήλειας σου θα εξαρτώνται όχι μόνο από το πόσο ασφαλής νιώθεις στις γονικές σου δεξιότητες, αλλά και από το πόσο ανταγωνιστική είσαι μέσα στο ζευγάρι», λέει η ψυχολόγος Linda Blair.
«Αν υπάρχει ήδη μια κάποια αντιπαλότητα ανάμεσα σε σένα και τον σύντροφό σου, να ξέρεις ότι θα κάνει την εμφάνισή της στις γονικές υποθέσεις», εξηγεί η Blair προσθέτοντας ότι «εξαρτάται επίσης από την ανατροφή σου και το πόσο ασφαλής νιώθεις ως εκ τούτου. Αν μια γυναίκα ανταγωνιζόταν μικρή τις αδερφές της για την προσοχή του πατέρα, ίσως να μπορέσει να διαχειριστεί ευκολότερα ένα αγόρι παρά ένα κορίτσι», λέει.
Εφηβικές τάσεις
Σύμφωνα με τον Kahr, μια γυναίκα που σαν παιδί ζήλευε τις αδερφές της πιθανόν να αισθανθεί φθόνο για την κόρη ή τον γιο της. «Αν η σχέση σου με έναν από τους δύο γονείς σου ήταν δύσκολη και στη δική σου οικογένεια βλέπεις τον σύντροφό σου να είναι τρυφερός και περιποιητικός με τα παιδιά σου, έτσι όπως κανείς δεν ήταν μαζί σου σαν παιδί, ενδεχομένως να αναπτύξεις ένα βαθύ τραύμα από τον πόνο της προσμονής και του φθόνου», λέει ο Kahr.
«Γινόμαστε οι γονείς που είχαμε», λέει η Blair, εκτός κι αν ωριμάσουμε και γίνουμε αρκετά δυνατοί για να σπάσουμε τον κύκλο. «Αν όταν ήσουν παιδί δεν ένιωθες να σε αγαπούν άνευ όρων, τότε θα σε καταδιώκει πάντα το άγχος και θα αναζητάς την επιβεβαίωση. Και τα παιδιά είναι μια καλή πηγή επιβεβαίωσης».
Η Blair συμβουλεύει «πρώτα να αναγνωρίσεις και να κατανοήσεις αυτά τα συναισθήματα, τα οποία συχνά λαμβάνουν χώρα σε ημι-συνειδητό επίπεδο. Ύστερα, πρέπει να παραδεχτείς ότι η αγάπη δεν είναι μετρήσιμη. Αυτό όχι μόνο δίνει στα παιδιά τη δύναμη να “παίζουν” με την τρυφερότητά σου, αλλά μπορεί να αποδειχτεί καταστροφικό σε βάθος χρόνου.
«Είναι πιο εύκολο να το λες, παρά να το κάνεις», λέει η Blair, «αλλά μόλις αφεθείς κι αποδεχτείς το γεγονός ότι το παιδί σου είναι ευτυχισμένο δίπλα σε κάποιον άλλο, θα δεις ότι θα θέλει να περνάει περισσότερο χρόνο μαζί σου».
«Ο απώτερος στόχος ενός γονιού είναι να μην είναι απαραίτητος. Ο κόσμος σήμερα βλέπει τα παιδιά σαν κομμάτι της προσωπικής του ολοκλήρωσης κι αυτό είναι λάθος. Άρα, αφού δεν γίνεται να είσαι πάντα εκεί για εκείνα, η δουλειά σου είναι να φροντίσεις να τα βγάλουν πέρα χωρίς εσένα».
Εγκαταλείποντας τις προσωπικές ανάγκες
Η Blair θεωρεί ότι η αρχή του τέλους στις ανταγωνιστικές σχέσεις μέσα στην οικογένεια είναι να αποδεχόμαστε το γεγονός ότι τα παιδιά δεν μας χρωστάνε αγάπη και ότι κάθε γονιός πρέπει να αποδεσμεύεται από τις προσωπικές του ανάγκες. «Σκέψου ότι εσύ είσαι ο ενήλικας της σχέσης και μπορεί εξαιτίας αυτού να μην μπορείς να αισθανθείς πλήρως ικανοποιημένη ή αγαπητή, αλλά αν μεταφέρεις το στόχο σου στο να νιώθει ικανοποιημένο και αγαπητό το παιδί σου, η επιθυμία σου να εκπληρωθεί έμμεσα».